Οικογένειες λέξεων: Δι - (από αρχαίο επίρρημα δις = δυο φορές)

Descrição

Λέξεις με ρίζα το δι-(από αρχαίο επίρρημα δις = δυο φορές)
Ιουλίτα Αγγελοπούλου
FlashCards por Ιουλίτα Αγγελοπούλου, atualizado more than 1 year ago
Ιουλίτα Αγγελοπούλου
Criado por Ιουλίτα Αγγελοπούλου aproximadamente 8 anos atrás
13
0

Resumo de Recurso

Questão Responda
δίψηφο αυτό που έχει δύο ψηφία
δισύλλαβη αυτή που έχει δύο συλλαβές
δισεκατομμύριο 1α. που δηλώνει ένα σύνολο από ένα δισεκατομμύριο (1.000.000.000) μονάδες: Δύο δισεκατομμύρια δραχμές. Δισεκατομμύρια μόρια. β. (συνήθ. πληθ.) για μεγάλο, άπειρο πλήθος, αριθμό: Δισεκατομμύρια άνθρωποι σ΄ όλο τον κόσμο. Σ΄ το έχω πει δισεκατομμύρια φορές, πάρα πολλές, αμέτρητες, άπειρες. || αντί του τακτικού δισεκατομμυριοστός. 2. (ως ουσ.) το δισεκατομμύριο, ο αριθμός και το σύμβολό του· το δις: Xίλια εκατομμύρια είναι ένα ~.
δίτομο αυτό που έχει δύο τόμους π.χ. δίτομο βιβλίο
διφωνία εκτέλεση τραγουδιού από δύο φωνές
διφορούμενο που σκόπιμα δεν είναι ξεκάθαρο το νόημά του, αλλά επιδέχεται δύο ή και περισσότερες ερμηνείες
δίποδο αυτός που έχει δύο πόδια ο άνθρωπος είναι ζώο δίποδο ‖ τα πτηνά είναι δίποδα
δίποντο καλάθι που σημειώνεται μέσα από τη γραμμή των έξι μέτρων και είκοσι πέντε εκατοστών
δισέγγονο το παιδί του εγγονού ή της εγγονής σε σχέση με τον παππού ή τη γιαγιά τους
δίκυκλο τροχοφόρο με δύο τροχούς
δίφυλλο 1.δίφυλλος (δίφυλλη πόρτα) Επίθ. :για κατασκευή που κλείνει με δύο φύλλα 2.δίφυλλος: Επίθ. που έχει δύο φύλλα (για φυτό)
δισέλιδο αυτό που αποτελείται από δύο σελίδες
δίστιχο 1. που αποτελείται από δύο στίχους 2. ενότητα από δύο ισοσύλλαβους ομοιοκατάληκτους, συνήθως δεκαπεντασύλλαβους στίχους
δισάκι διπλός σάκος ενωμένος με μια πλατιά λουρίδα
δίστηλο 1. που αποτελείται από δύο στήλες 2. κείμενο τυπωμένο σε δύο στήλες
δίχρονο 1.(δίχρονος κύκλος σπουδών):που διαρκεί δύο έτη 2.(δίχρονο αγόρι): που έχει ηλικία δύο ετών
διστάζω αδυνατώ να πάρω απόφαση ή να κάνω κάτι λόγω αμφιβολιών ή επειδή φοβάμαι την αποτυχία
διγλωσσία 1. συνύπαρξη δύο μορφών της ίδιας γλώσσας (λ.χ. στη Ν. Ελληνική, της δημοτικής και της καθαρεύουσας) 2. ανειλικρινής συμπεριφορά που τη χαρακτηρίζει η υποστήριξη δύο
δίπορτο που έχει δύο πόρτες: δίπορτο ψυγείο
διχάζω δημιουργώ αντιθέσεις σε ένα σύνολο ανθρώπων, οι οποίες οδηγούν σε διαταραχή των σχέσεων μεταξύ τους // η αλλοπρόσαλλη κυβερνητική πολιτική διχάζει την κοινή γνώμη
δισδιάστατο που έχει δύο διαστάσεις (μήκος, πλάτος)
διώροφο κατοικία με δύο ορόφους
δίωρο που διαρκεί δύο ώρες

Semelhante

Συμπλήρωσε τα κενά με τη σωστή λέξη
Ιουλίτα Αγγελοπούλου
Novo Acordo Ortográfico - Uso do Hífen
Alessandra S.
Psicologia da Educação
rsgomes88
Operações Matemáticas
Arleny De Souza
AFO - Administração Financeira Orçamentária
fe.r.m
Conceitos de Contabilidade
Alessandra S.
Genética Molecular: Ácidos Nucleicos
Renata Cavazzana
Principais temas para estudar Português
Francine Matos
Enem 3
Robson Bueno
Art. 5° da CF-88 parte II
Rafael Ferreira da Silva